Οστεοπαθητική
Η οστεοπαθητική είναι μια διακεκριμένη μορφή ολιστικής ιατρικής που αναγνωρίζει παθολογίες και δυσλειτουργίες στην ανθρώπινη κατασκευή, και αποσκοπεί στην καταπολέμηση και διόρθωσή τους. Είναι ένα σύστημα διάγνωσης και θεραπείας που δίνει βάση πρώτιστος στη βιομηχανική λειτουργία του ανθρωπίνου σώματος, δια μέσου του νευρικού και μυοσκελετικού συστήματος.
Το ανθρώπινο σώμα, όπως είναι κατανοητό, δεν περιορίζεται μόνο στο νευρικό και μυοσκελετικό σύστημα. Τα υπόλοιπα συστήματα όπως γαστρεντερικό, καρδιαγγειακό, πνευμονολογικό, ενδοκρινολογικό, και γεννητικό-ουροποιητικό παίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο. Όταν το ανθρώπινο σώμα είναι σε ισορροπία και καλή λειτουργία, όπως μια καλή ρυθμισμένη μηχανή, θα δουλεύει με την ελάχιστη φυσιολογική φθορά, αφήνοντας περισσότερη ενέργεια για ζωή.
Το σημαντικότερο, όμως, όλων είναι ότι η οστεοπαθητική ιατρική κατανοεί την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης δομής και δέχεται τον ασθενή σα σύνολο. Αυτό σημαίνει ότι λαμβάνει υπόψη όχι μόνο το φυσικό μέρος (σώμα) του προβλήματος αλλά και το χημικό (βιοχημεία) και το συναισθηματικό (ψυχολογία).
Οι αρχές που διέπουν την οστεοπαθητική ιατρική είναι:
-
Το σώμα είναι ένα σύνολο
-
Η κατασκευή και η λειτουργία είναι αλληλένδετα συνδεμένες
-
Το σώμα κατέχει αυτό-ρυθμιστικούς μηχανισμούς
-
Το σώμα έχει την εγγενή ικανότητα να αμύνεται και να επιδιορθώνεται
-
Όταν η φυσιολογική προσαρμοστικότητα διακόπτεται ή όταν περιβαλλοντικές αλλαγές ξεπερνούν την ικανότητα του σώματος για αυτοσυντήρηση, τότε δημιουργείται η ασθένεια
-
Η κίνηση των σωματικών υγρών είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της υγείας
-
Τα νευρικό σύστημα είναι ένας ζωτικός παράγοντας για τον έλεγχο των σωματικών υγρών
-
Υπάρχουν σωματικά στοιχεία στην ασθένεια που δεν είναι μόνο εκδηλώσεις της ασθένειας αλλά και οι παράγοντες που συμβάλλουν στη διατήρηση της νόσου
Η οστεοπαθητική ιατρική παρέχει τα πλεονεκτήματα της σύγχρονης ιατρικής όπως τη λήψη ιατρικού ιστορικού, τη χρήση κλινικών μεθόδων, καθώς και της τεχνολογίας (σε ορισμένες περιπτώσεις) για την εκτίμηση του προβλήματος. Εκεί που διαφέρει ως προς τις άλλες ιατρικές διαγνώσεις είναι ότι η οστεοπαθητική αφοσιώνεται στις δυσλειτουργίες του σώματος που συμβάλλουν στο πρόβλημα και όχι απλώς στην επονομασία του.
Η λήψη του ιατρικού ιστορικού περιλαμβάνει ερωτήσεις ειδικά για το πρόβλημα που απασχολεί τον ασθενή, για τη λήψη φαρμάκων και γενικά για άλλα πιθανά προβλήματα υγείας. Το οικογενειακό, επαγγελματικό και κοινωνικό ιστορικό είναι κι αυτά εξίσου απαραίτητα για τη δημιουργία μιας πλήρους εικόνας της κατάστασης της υγείας του ασθενή.
Οι κλινικές μέθοδοι συμπεριλαμβάνουν τη χρήση στηθοσκοπίου, πιεσόμετρου, ωτοσκοπίου, οφθαλμοσκοπίου, νευρολογικού σφυριού κ.ά. για την εξέταση του ασθενούς όπου απαιτείται. Η διεξαγωγή διαφόρων κλινικών τεστ για την κινητικότητα των αρθρώσεων, τον πιθανό τραυματισμό των ιστών και νεύρων είναι μέρος της εξέτασης. Για τους παραπάνω λόγους και για την καλύτερη δυνατή εικόνα όλης της δομής του σώματος απαιτείται ο ασθενής να παραμείνει με τα εσώρουχα.
Ακτινολογικές και αιματολογικές εξετάσεις απαιτούνται κάποιες φορές σύμφωνα με την κρίση του οστεοπαθητικού, οπότε και γίνεται παραπομπή στον εξειδικευμένο ιατρό. Συχνά οι εξετάσεις συνάδουν στην πιο εξειδικευμένη εικόνα του προβλήματος. Ωστόσο είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που οι ακτινολογικές εξετάσεις επηρεάζουν σημαντικά τη θεραπευτική αγωγή, π.χ. αν ο οστεοπαθητικός συμπεράνει ότι ασθενής έχει κοίλη σε κάποιον δίσκο βάση των συμπτωμάτων και των κλινικών τεστ, η αγωγή θα παραμείνει ίδια ακόμα κι αν η κοίλη επιβεβαιωθεί με μία μαγνητική τομογραφία. Αυτό που ενδιαφέρει τον οστεοπαθητικό είναι η λειτουργικότητα του σώματος του ασθενή και όχι το πρόβλημα καθαυτό. Είναι γνωστό ότι ένα ακτινολογικό συμπέρασμα μπορεί να διαφέρει και κατά 50% από το κλινικό συμπέρασμα, π.χ. η ακτινογραφία μπορεί να δείχνει μεγάλη φθορά στην άρθρωση και ο ασθενής να πονάει λίγο έως καθόλου.
Ιδρυτής της οστεοπαθητικής ιατρικής θεωρείται ο Αμερικανός ιατρός Άντριου Στιλ, ο οποίος το 1874 σύλλαβε την ιδέα της «εξαιρετικής φυσικής κατάστασης» και αναγνώρισε την σημαντικότητα της θεραπείας της νόσου μέσα στο πλαίσιο του όλου σώματος.
Γεννήθηκε στη Βιρτζίνια το 1828 και από μικρή ηλικία αποφάσισε να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του σαν γιατρός. Αφού σπούδασε ιατρική και εκτελώντας καθήκοντα γιατρού δίπλα στον πατέρα του απέκτησε την άδεια εξάσκησης επαγγέλματος στην πολιτεία του Μισούρι. Αργότερα, στις αρχές του 1860, συμπληρώνοντας με περεταίρω σπουδές τις ιατρικές του γνώσεις στο Κολλέγιο των Ιατρών και Χειρουργών στην πόλη του Κάνσας, προχώρησε για να εξασκήσει το επάγγελμα του χειρουργού στον Στρατό κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Μετά τον πόλεμο και το θάνατο των τριών παιδιών του από σπονδυλική μηνιγγίτιδα το 1864, ο Στιλ συμπεράνει ότι οι τότε ορθόδοξες ιατρικές πρακτικές ήταν συχνά αναποτελεσματικές, και μερικές φορές επιβλαβή. Έτσι αφιέρωσε τα επόμενα 10 χρόνια της ζωής του μελετώντας το ανθρώπινο σώμα αναζητώντας καλύτερους τρόπος για να καταπολεμήσει τις ασθένειες.
Η έρευνα και οι κλινικές παρατηρήσεις του τον οδήγησαν να πιστέψει ότι το μυοσκελετικό σύστημα έπαιζε κρίσιμο ρόλο στην υγεία και στην ασθένεια και στο ότι το σώμα περιλάμβανε όλα τα στοιχεία εκείνα που χρειάζονταν για τη διατήρηση της υγείας, αν διεγερθούν κατάλληλα. Πίστευε ότι διορθώνοντας προβλήματα στην σωματική κατασκευή μέσω της χρήσης των οστεοπαθητικών τεχνικών, η ικανότητα του σώματος να λειτουργεί καλύτερα και θεραπεύεται βελτιωνόταν αρκετά. Επίσης, προήγαγε την ιδέα της προληπτικής ιατρικής και ενίσχυσε τη φιλοσοφία ότι οι ιατροί-θεραπευτές πρέπει να αφοσιώνονται στη θεραπεία ΟΛΟΥ του ατόμου, αντί για μόνο την ασθένεια. Με βάση αυτές τις αρχές ο Δρ. Στιλ άνοιξε την πρώτη σχολή οστεοπαθητικής ιατρικής στο Κιρκσβάιλ του Μισούρι το 1982.
Η οστεοπαθητική αγωγή γίνεται μέσω ενός συστήματος θεραπείας που περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό από επιδέξιες χειρονακτικές τεχνικές στο σώμα του ασθενή, υδροθεραπεία και θεραπευτικές ασκήσεις.
Η κάθε τεχνική που χρησιμοποιείται εξαρτάται από το φύλο, την ηλικία, την κατάσταση της υγείας και την πάθηση του ασθενή, αλλά και τον σκοπό της θεραπείας. Με αυτό τον τρόπο ο κάθε ασθενής λαμβάνει θεραπεία σχεδιασμένη για το άτομο του («εξατομικευμένη αγωγή»). Επιπλέον, αν ο ασθενής δεν νιώθει άνετα με κάποια(ες) τεχνική(ές) ο οστεοπαθητικός έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει πολλές άλλες που είναι το ίδιο αποτελεσματικές.
Η διεξαγωγή των οστεοπαθητικών τεχνικών απαιτεί υψηλής επιδεξιότητας ψηλάφηση που αποκτάται μετά από πολλά χρόνια πρακτικής εξάσκησης και πολυετής σπουδής. Αυτή η εφαρμογή γίνεται για τον προσδιορισμό της «σωματικής δυσλειτουργίας» (somatic dysfunction) που χαρακτηρίζεται από ασυμμετρία, περιορισμό εύρους κίνησης, ευαισθησία και αλλαγή υφής των ιστών.
Οι οστεοπαθητικές τεχνικές αποτελούνται από:
-
Τεχνικές μαλακών μορίων (Soft tissue techniques) – παρέχουν παθητική διάταση σε μυοπεριτονιακούς και συνδετικούς ιστούς. Σκοπό έχουν να χαλαρώσουν τους υπερτονικούς μύες και περιτονίες, να βοηθήσουν στην αναδιάταξη των τραυματισμένων ιστών και στη διάσπαση των ινωδών συμφύσεων, ενώ σε άλλες περιπτώσεις να προσφέρουν ένα τονωτικό ερέθισμα. Επίσης, συνάδουν στην ομαλή ροή των υγρών του σώματος (αίμα, λέμφο) ώστε να μειωθεί η συσσώρευση επιβλαβών ουσιών, καθιστώντας το ανοσοποιητικό σύστημα πιο αποτελεσματικό. Τέλος, διευκολύνουν την αναγνώριση περιοχών με σωματική δυσλειτουργία.
Οι τεχνικές μαλακών μορίων είναι οι εξής: Κινήσεις πλήξεως (effleurage), γνάψεις (petrissage/pressure), πλήξεις (tapotement), κρούσεις (percussion), τριβές (frictions), δονήσεις (vibrations/shaking technique).
-
Νευρομυϊκές τεχνικές (neuromuscular techniques) – είναι ένα εκτενή σύστημα μη-διηθητικών τεχνικών των μαλακών μορίων, χρήσιμων για διάγνωση και θεραπεία. Οι σκοποί τους σε γενικές γραμμές είναι οι ίδιοι με αυτούς των τεχνικών μαλακών μορίων. Η διαφορά έγκειται στο ότι συνδυάζουν βαθειά πίεση με παθητική διάταση. Αυτό έχει το επιπλέον πλεονέκτημα της μείωσης του πόνου και αντισταθμιστικών αλλαγών που λαμβάνουν χώρα όταν υπάρχει πρόβλημα, την αύξηση του εύρους κίνησης και την αποκατάσταση της σωματικής ισορροπίας, δρώντας μέσω συγκεκριμένων νευρικών δομών και αντανακλαστικών (σωματικό-σωματικό, σωματικό-σπλαχνικό, σπλαχνικό-σωματικό).
Οι νευρομυϊκές τεχνικές χρησιμοποιούνται όταν οι τεχνικές μαλακών μορίων αδυνατούν να λύσουν το πρόβλημα και οι ανατακτικές τεχνικές αντενδεικνύονται, όπως σε περιπτώσεις πιο εξειδικευμένης ή γρήγορης θεραπείας (π.χ. ευαίσθητο δέρμα, συγκεκριμένη διανοητική κατάσταση). Από την άλλη, βοηθούν στην προετοιμασία μιας περιοχής του σώματος για περαιτέρω χειρισμούς (κινητοποιήσεις/ανατάξεις).
-
Μυϊκο-ενεργητικές τεχνικές (muscle energy techniques) – είναι τεχνικές που αποσκοπούν στην απελευθέρωση και διάταση των μυϊκών ινών και συνεπώς στον επαναπροσδιορισμό της ισορροπίας μεταξύ διαφόρων μυϊκών ομάδων, αλλά και στη βελτίωση της κινητικότητας που τυχόν έχει περιοριστεί από νευρομυϊκές δομές.
Ζητείται από τον ασθενή ηπίως να συσπάσει και να χαλαρώσει τους μύες αντίθετα προς την αντίσταση που βάζει ο οστεοπαθητικός. Οι μυϊκο-ενεργητικές τεχνικές χρησιμοποιούν την δύναμη της εκούσιας σύσπασης των μυών του ασθενή. Επομένως, είναι μία ενεργητική (προϋποθέτει την χρήση δύναμης του ασθενή) άμεση (εμπλέκει τον περιορισμό) τεχνική που προάγει τη μυϊκή χαλάρωση δια της ενεργοποίησης των Golgi τενόντιων αντανακλαστικών. Σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται και σαν έμμεση προσέγγιση.
Οι μυϊκο-ενεργητικές τεχνικές απαρτίζονται από: Μετά-ισομετρική χαλάρωση/διάταση (post-isometric relaxation & stretch), μετά-ισομετρική χαλάρωση (post-isometric relaxation) και αντίστροφη αναστολή (reciprocal inhibition).
-
Τεχνική πίεσης/αντεπίεσης (strain/counterstrain technique) – επιτρέπουν στους μύες να επαναρυθμιστούν στη φυσιολογική τους ένταση εφόσον το σώμα τοποθετείται σε θέση ανακούφισης. Επιδίωξη της τεχνικής αυτής είναι η επαναφορά της νευρολογικής ισορροπίας στους μυϊκούς ιστούς.
Ο οστεοπαθητικός αναγνωρίζει συγκεκριμένα σημεία πόνου-ευαισθησίας (trigger points) ή έντασης (tension points) στο σώμα του ασθενή, που να επισημαίνουν την αναγκαιότητα θεραπείας. Μετά μετακινεί τμήμα του σώματος του ασθενή σε διαφορετική θέση και το συγκρατεί εκεί μέχρι να νιώσει τις νευρολογικές αλλαγές (1 με 1½ λεπτό), δηλαδή τη χαλάρωση. Η τεχνική πίεσης/αντεπίεσης φαίνεται πολύ απαλή, και συνάμα ευχάριστη, στον ασθενή αλλά είναι αρκετά αποτελεσματική ώστε να μειώσει σημαντικά τον πόνο, τη μυϊκή ένταση, και τη δυσκαμψία σε σχεδόν οποιοδήποτε μέρος του σώματος. Επίσης, θεωρείται έμμεση τεχνική.
-
Κινητοποίηση (mobilization) – αυτή η τεχνική περιλαμβάνει την ήπια παθητική (ακούσια) κίνηση των δύο αρθρικών επιφανειών μίας σκελετικής άρθρωσης του ασθενή, με την προοπτική της επιλεκτικής ενεργοποίησης διάφορων μηχανο-υποδοχέων. Υπάρχουν δύο τρόποι για να επιτευχθεί το θεραπευτικό αποτέλεσμα: με τη σταθεροποίηση της μίας αρθρικής επιφάνειας και την κινητοποίηση της άλλης, ή την κινητοποίηση και των δύο αρθρικών επιφανειών. Όταν εφαρμόζεται στην σπονδυλική στήλη ονομάζεται «σπονδυλική κινητοποίηση». Σκοποί των τεχνικών αυτών είναι η βελτίωση της κινητικότητας των αρθρώσεων, η μείωση μυϊκών σπασμών, η καταπράυνση νευρολογικών ενοχλήσεων και τέλος η ελάττωση του πόνου και δυσφορίας γύρω από μία άρθρωση.
-
Ανατακτικές τεχνικές (manipulative techniques) – πρόκειται για μια υψηλής ταχύτητας/μικρής έκτασης απώθηση (thrust) για την αποκατάσταση της κινητικότητας μιας συγκεκριμένης άρθρωσης. Έτσι, η άρθρωση επανακτά το φυσιολογικό εύρος κίνησης και επαναρρυθμίζει τα νευρικά αντανακλαστικά. Επιπλέον, μειώνει και/ή εξουδετερώνει τα κλινικά σημεία της σωματικής δυσλειτουργίας (ευαισθησία, ασυμμετρία, περιορισμός κίνησης, υφή μαλακών μορίων). Χαρακτηρίζεται από ένα ακουστικό «κλικ», το οποίο πιστεύεται ότι οφείλεται στη δημιουργία φυσαλίδων εντός του αρθρικού υγρού (meniscoid theory).
Κοινές παρενέργειες της παραπάνω τεχνικής έχουν χαρακτηριστεί από ήπιες έως μέτριες και περιλαμβάνουν: τοπική ή αντανακλαστική σωματική ενόχληση, πονοκέφαλο, κούραση.
-
Τεχνικές λεμφικής άντλησης (lymphatic pump) – αποσκοπούν στην αύξηση της λεμφικής ροής μέσω του θωρακικού πόρου και της χυλοφόρας δεξαμενής για την καταπολέμηση κοινών λοιμώξεων. Το λεμφικό σύστημα είναι μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος. Πιστεύεται, λοιπόν, ότι η αυξημένη λεμφική ροή είναι ευεργετική διότι φιλτράρει και απομακρύνει υγρά, φλεγμονώδεις ουσίες και κατάλοιπα προϊόντα από το διάμεσο χώρο των ιστών. Οι τεχνικές λεμφικής άντλησης ενδείκνυνται για οίδημα, παραγωγικό βήχα, λοίμωξη ανωτέρου αναπνευστικού, και παρατεταμένη κλινήρη στάση.
Τεχνικές που χρησιμοποιούνται περικλείουν: θωρακική άντληση, κοιλιακή άντληση, άντληση Miller (ρυθμική, γρήγορη πίεση του άνω-πρόσθιου θωρακικού τείχους), πελματική άντληση και διαφραγματική.
Αντενδείξεις περιλαμβάνουν την οστεοπενία, οστεοπόρωση, καθώς και τραυματισμός (συμπεριλαμβανομένου του εγχειρητικού) του θώρακα.
-
Κρανιακές τεχνικές (Cranial Techniques) – είναι οι πιο ήπιες οστεοπαθητικές τεχνικές, και χρειάζεται αρκετή εμπειρία για να χρησιμοποιηθούν σωστά. Ο οστεοπαθητικός τοποθετώντας τα χέρια του πάνω στο κρανίο προσπαθεί να εξετάσει και να θεραπεύσει τον «εν γένει βιορυθμό» – ένα ανεπαίσθητο, ρυθμικό πρότυπο κίνησης.
Χρησιμοποιούνται και στην σπονδυλική στήλη στο ιερό οστό αλλά και όπου αλλού χρειάζεται. Στόχος των τεχνικών αυτών είναι να ρυθμίσουν τη φυσιολογία του σώματος αποκαθιστώντας ισορροπία στην κυκλοφορία του αίματος και άλλων σωματικών υγρών.
Οι τεχνικές χρησιμοποιούνται αρκετά και με πολύ καλά αποτελέσματα στα παιδιά, στους ηλικιωμένους και σε οποιονδήποτε που ανταποκρίνεται καλύτερα στις ήπιες τεχνικές. Παρόλα αυτά δεν έχει βρεθεί ο ακριβής μηχανισμός της θεραπευτικής λειτουργίας αυτών των τεχνικών.
-
Σπλαχνικές τεχνικές (Visceral Techniques) – έχουν σκοπό να ενθαρρύνουν τη φυσιολογική κινητικότητα, τόνο και κίνηση των οργάνων (συκώτι, πνεύμονες, στομάχι, έντερα κ.ά.) και των συνδετικών ιστών αυτών, με προοπτική τη βελτίωση της λειτουργία τους. Υποστηρίζεται ότι η σπλαχνική οστεοπαθητική ανακουφίζει περιορισμούς και ανισορροπίες στις διασυνδέσεις μεταξύ της κίνησης όλων των οργάνων και των δομών του σώματος – νεύρα, αγγεία και περιτονιακά διαμερίσματα. Ο οστεοπαθητικός ασκεί μία μέση πίεση σε ανατομικές περιοχές πάνω από τα όργανα καθώς και στην περιτονία τους.
Νεότερες τεχνικές που χρησιμοποιούνται από ορισμένες σχολές οστεοπαθητικής περιλαμβάνουν τις αρμονικές τεχνικές που έχουν να κάνουν με επαναλαμβανόμενη κίνηση ενός τμήματος του σώματος του ασθενή. Οι σκοποί είναι οι ίδιοι με αυτούς όλων των παραπάνω τεχνικών.
Όλες οι παραπάνω τεχνικές αντενδεικνύονται σε οξείες κακώσεις ή κατάγματα, πληγές, καρκίνο ή οποιαδήποτε άλλη περίπτωση που μπορεί να επιφέρει πόνο.
Η υδροθεραπεία έχει πολλές τεχνικές αλλά εκείνες που χρησιμοποιούνται κυρίως από τους οστεοπαθητικούς είναι οι εξής:
-
Υγρό επίθεμα – η εφαρμογή δροσερών και κρύων επιθεμάτων (πετσέτα, παγοκύστη) τα οποία πρέπει να καλύπτονται από μία μονωτική στρώση όπως μάλλινο ύφασμα, πετσέτα κτλ.
-
Θερμό επίθεμα (ή πυρίαμα) – είναι η εφαρμογή θερμών και ζεστών επιθεμάτων (θερμοφόρα, θερμοκύστη) τα οποία πρέπει να καλύπτονται από μία μονωτική στρώση όπως μάλλινο ύφασμα, πετσέτα κτλ.
Οι λόγοι που χρησιμοποιούνται τα παραπάνω στην οστεοπαθητική αγωγή είναι για την καταπράυνση του πόνου δρώντας σε αντανακλαστικούς νευρικούς μηχανισμούς, την ελάττωση και εξομάλυνση της φλεγμονής δια μέσου της αύξησης της κυκλοφορίας του αίματος και μεταβολισμού, και τέλος τη μείωση της μυϊκής υπερτονίας καθώς και τη χαλάρωση έντονων μυϊκών σπασμών.
Η επιλογή της μίας ή και των δύο (εναλλάξ) παραπάνω τεχνικών κρίνεται από την περίπτωση της πάθησης του ασθενή, την κατάστασή της υγείας του καθώς και το τι ακριβώς θέλει να επιτύχει ο οστεοπαθητικός.
Οι ασκήσεις που επιδεικνύονται από τους οστεοπαθητικούς είναι απλές θεραπευτικές ασκήσεις που μπορούν πολύ εύκολα να διεξαχθούν στο σπίτι, ή/και να προσαρμοστούν σε οποιοδήποτε εργασιακό χώρο αν αυτό είναι εφικτό και επιθυμητό από τον ασθενή.
Οι ασκήσεις χωρίζονται σε δύο είδη:
-
Διατατικές – είναι το παθητικό (ακούσιο) τέντωμα ενός μυός ή μίας μυϊκής ομάδας. Κύριοι σκοποί του συγκεκριμένου είδους άσκησης είναι η χαλάρωση των μυών και περιτονιών, η αύξηση της κινητικότητας (εύρος κίνησης) μιας άρθρωσης και συνεπώς η μείωση του πόνου.
-
Ενδυναμωτικές – είναι η επαναλαμβανόμενη (ισομετρική) ή παρατεταμένη (ισοτονική) κίνηση ενός τμήματος του σώματος του ασθενή με σκοπό την αύξηση της μυϊκής δύναμης και αντοχής αντίστοιχα. Αποσκοπεί, επίσης, στην σταθεροποίηση μίας άρθρωσης (ιδιοδεκτικότητα) καθώς και στην αποφυγή του επανατραυματισμού.
Τέλος, οι οστεοπαθητικοί στη θεραπεία τους συμπεριλαμβάνουν και άλλες μεθόδους θεραπείας όπως ξηρό βελονισμό, βοτανοθεραπεία, διατροφική ιατρική, ψυχοθεραπεία κτλ. Τα τελευταία έχουν να κάνουν με την πεποίθηση και την επιστημονική επάρκεια του οστεοπαθητικού με περαιτέρω σπουδές.